Ησυχία στην ασκητική γλώσσα σημαίνει αρχικά την
απομάκρυνση από τον κόσμο, την αναχώρηση, ώστε να επιτευχθεί από τον άνθρωπο το
απερίσπαστο, . . . .
που θα του επιτρέψει να συγκεντρωθεί στον εαυτό του και να φτάσει
στη μέθεξη με το θείο.
Μορφή μυστικισμού των μοναχών της
ορθόδοξης Εκκλησίας, ο οποίος αποβλέπει στην «ησυχία».
Ο άνθρωπος μπορεί να ενωθεί με το Θεό
επαναλαμβάνοντας αδιάκοπα την προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν
με» τότε η ψυχή πλημμυρίζει από το «άκτιστο φως» που αναφάνηκε στο
όρος Θαβώρ κατά τη Μεταμόρφωση του Χριστού.
Σε μια δεύτερη φάση πετυχαίνεται η εσωτερική
ησυχία με την κάθαρση της ψυχής από τα πάθη της.
Επομένως ησυχία είναι η κατάσταση της
ψυχής που δεν ταράζεται ούτε από εξωτερικά, ούτε από εσωτερικά αίτια, αλλά
βρίσκεται απαθής, απερίσπαστη μπροστά στο έλεος του Θεού, έτοιμη να δεχτεί και
να εκτελέσει τα προστάγματά Του.
Από την πρακτική αυτή που ακολουθούσαν οι
μοναχοί ονομάστηκαν ησυχαστές. Με το προσωνύμιο αυτό είναι γνωστοί οι μοναχοί
του 14ου αι., των οποίων οι μέθοδοι επέσυραν τις επικρίσεις του Βαρλαάμ του
Καλαβρού. Την υπεράσπιση των θέσεων των ησυχαστών ανέλαβε ο άγιος Γρηγόριος ο
Παλαμάς αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης.
Έτσι άρχισε μια φιλονικία η οποία
αναστάτωσε το Βυζάντιο της εποχής εκείνης και λύθηκε μόνο έπειτα από ορισμένες
αποφάσεις εκκλησιαστικών συνόδων (1341, 1351).
Οι σύνοδοι δικαίωσαν τον
ησυχασμό ως ορθή πρακτική και καταδίκασαν τις απόψεις του Βαρλαάμ και των
υποστηρικτών του.
Επιμέλεια Άρθρου & Φωτογραφίας : Γεώργιος Λυμπερόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου