(όμικρον). Το
δέκατο πέμπτο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου. Προήλθε από το δέκατο έκτο του
φοινικικού άγιν (=μάτι). . .
Είναι το ο μικρό, σε αντίθεση με το Ο μέγα ή, (ω), το
οποίο γραφόταν αρχικά σαν οο ή ∞. Οι ποικίλες γραφικές μορφές που πήρε
κατά καιρούς έχουν όλες σχεδόν ως στοιχείο τον κύκλο.
Στα αρχαία ελληνικά το ο χρησιμοποιήθηκε για τη γραφική απόδοση των φθόγγων
ο, ω και ου και προφερόταν ου.
Το βραχύ ο δε
διέφερε πολύ από το μακρό ω, γι' αυτό και όταν καταργήθηκε η διαφορά μακρών και
βραχέων, το ο συνέπεσε με το ω (φωνητικά τουλάχιστον).
Οι κυριότερες
μεταβολές του γράμματος (στα αρχαία και στα νέα ελληνικά) είναι:
α) Έκταση σε ω
(δηλόω > δήλωση, ομαλός > ανώμαλος, όνομα > επώνυμο).
β) Έκταση σε
ου, που είναι χαρακτηριστικό της αττικής διαλέκτου (Μόντζα > Μόντσα >
Μούσα).
γ) Συναίρεση σε
ω, ου, οι που προέρχεται αντίστοιχα από τους φθόγγους α+ο, ο+ο, ο+ει (αγαπάομεν
> αγαπώμεν, δηλόομεν > δηλούμεν, δηλόεις > δηλοίς).
δ) Εναλλαγή με
το υ (αγορά > πανήγυρις).
ε) Συγκοπή
(σκόροδο > σκόρδο).
στ) Έκθλιψη
(τούτ' εστί).
Στη
νέα ελληνική ειδικότερα εναλλάσσεται και με το ε: ο έμορφος > όμορφος.
Το γράμμα
χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον αριθμό εβδομήντα (ο΄), εβδομήντα χιλιάδες (ِο), τη δέκατη πέμπτη ραψωδία Οδύσσειας (ο) και Ιλιάδας (Ο).
Επίσης δηλώνει
τη μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης από τους Εβδομήκοντα (Ο΄).
Επιμέλεια Άρθρου & Φωτογραφίας Γεώργιος Λυμπερόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου