Είδος καρκινοειδών της τάξης Δεκάποδα της
οικογένειας Αστακίδες. Υπάρχουν δύο είδη καραβίδων στα γλυκά νερά της Ελλάδας.
Έχουν μήκος 10-12 εκ., . . .
που σπάνια φτάνει ως τα 18.
Τα θηλυκά είναι μικρότερα.
Η
σύζευξη γίνεται τον Οκτώβριο.
Το θηλυκό κουβαλά τα αβγά, κολλημένα κάτω από της
κοιλιά του, ως τον επόμενο Μάιο-Ιούνιο, οπότε αυτά εκκολάπτονται.
Τα νεαρά,
σχεδόν όμοια με τα ενήλικα, αλλάζουν πολλές φορές όστρακο στα τρία πρώτα χρόνια
τους και έπειτα μια φορά το χρόνο πριν από τη σύζευξη.
Το ένα είδος, η καραβίδα με κόκκινα
πόδια (Αστακός ο ποτάμιος), έχει χρώμα σταχτί-λαδοπράσινο από πάνω και
κοκκινωπό από κάτω και στα πόδια. Ζει κυρίως στα στάσιμα, θολά από λάσπη, νερά.
Το άλλο είδος, η καραβίδα με άσπρα πόδια (Astacus pallipes) έχει τις λαβίδες σπειρωτές πιο πυκνά από του πρώτου, είναι πιο
ανοιχτόχρωμη και έχει πόδια σχεδόν άσπρα στην κάτω επιφάνειά τους.
Προτιμά τα
καθαρά και δροσερά νερά, κοντά στις πηγές.
Ψαρεύονται με καλάμια σχιστά στην
άκρη που χρησιμεύουν σαν λαβίδες. Η πρώτη είναι γευστικά πολύ ανώτερη από τη
δεύτερη. Τρώγονται βρασμένες. Οι ουρές, καθαρισμένες από το όστρακο,
κονσερβοποιούνται σε μικρά δοχεία με άλμη και εξάγονται στο εξωτερικό.
Το
ψάρεμά τους απαγορεύεται, όταν έχουν μήκος κάτω από 8 εκ.
Η καραβίδα η θαλασσινή (Νέφρωψ ο
νορβηγικός) ή αστακογαρίδα, έχει μήκος 20-30 εκ. και χρώμα ρόδινο χλομό. Έχει
ακμές οδοντωτές στη ράχη και στις λαβίδες της, που είναι στενόμακρες και
πρισματικές. Ζει σε βάθος 20-240 μ. Τα θηλυκά γεννούν κάθε 2 χρόνια το
καλοκαίρι περίπου 4.000 αβγά που γονιμοποιούνται έξω από το νερό.
Το θηλυκό τα
κρατά κολλημένα κάτω από την κοιλιά του για 8-9 μήνες. Τα νεαρά που
εκκολάπτονται είναι σαν γαρίδες και κολυμπούν για 2-3 εβδομάδες.
Μετά από τρεις
αλλαγές οστράκου φτάνουν το 1 εκ. και κατεβαίνουν στο βυθό. Μεγαλώνουν πολύ
αργά. Αρχίζουν να αναπαράγονται μόλις στα 5 χρόνια τους, οπότε και έχουν μήκος
8-10 εκ. Τα ενήλικα τρέφονται με σκουλήκια και μικρά ζωάρια.
Γευστικά η
θαλασσινή καραβίδα είναι πολύ ανώτερη από την καραβίδα του γλυκού νερού.
Στις χώρες
που βρέχονται από τον Ατλαντικό υπάρχουν περισσότερες από όσες στη Μεσόγειο,
γι’ αυτό ψαρεύονται συστηματικά, βράζονται πάνω στα πλοία και στέλνονται στα
κονσερβοποιεία. Για την προστασία του είδους απαγορεύεται το ψάρεμά τους, όταν
είναι πολύ μικρές.
Το κατώτερο όριο είναι από 11 ως 16 εκ., ανάλογα με τη χώρα.
Επιμέλεια Άρθρου & Φωτογραφίας : Γεώργιος Λυμπερόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου