Ομοταξία Σπονδυλόζωων που ζουν στην ξηρά
και στο νερό στις εύκρατες και θερμές ζώνες. Περιλαμβάνουν τα φίδια, τις
σαύρες, τις χελώνες, τους κροκόδειλους και τους δεινόσαυρους, που έζησαν
παλιότερα. . .
Οφείλουν την ονομασία τους στο γεγονός ότι
δεν έχουν καθόλου πόδια, όπως τα φίδια, ή τα πόδια τους είναι δυσανάλογα μικρά
και δεν μπορούν να σηκώσουν το βάρος του σώματος, οπότε έρπουν ή σχεδόν έρπουν
στο έδαφος. Το γεγονός αυτό δημιουργεί την ανάγκη της προστασίας του δέρματος
με σκληρά λέπια, φολίδες ή κεράτινες πλάκες.
Αναπνέουν με πνεύμονες, έχουν τρίχωρη καρδιά και είναι ποικιλόθερμα.
Αναπνέουν με πνεύμονες, έχουν τρίχωρη καρδιά και είναι ποικιλόθερμα.
Το σώμα τους διακρίνεται στο κεφάλι, τον
κορμό, την ουρά και τα πόδια, ενώ στα φίδια ο κορμός και η ουρά δεν ξεχωρίζουν
και δεν υπάρχουν πόδια.
Το κεφάλι έχει συνήθως μεγάλη στοματική σχισμή και ρύγχος (κροκόδειλοι), φέρει τα μάτια, τα ρουθούνια και τα αφτιά που δεν έχουν εξωτερικά πτερύγια.
Το σώμα μπορεί να έχει μεγάλο μήκος (φίδια) ή να ξεχωρίζει από το κεφάλι, με λαιμό (χελώνες).
Η ουρά είναι συνέχεια του σώματος και είναι συνήθως μακριά και λεπτή.
Στις σαύρες παρατηρείται το φαινόμενο της αναγέννησης, δηλαδή όταν κοπεί η ουρά τους, μπορεί να ξαναβγεί.
Τα πόδια, όπου υπάρχουν, ξεκινούν από τα πλάγια του σώματος (δύο ή τέσσερα) και καταλήγουν σε πέντε συνήθως δάχτυλα με νύχια.
Στις υδρόβιες χελώνες τα άκρα έχουν μετατραπεί σε κολυμβητικά πτερύγια, ενώ σε άλλα υδρόβια είδη (κροκόδειλοι) υπάρχουν νηκτικές μεμβράνες ανάμεσα στα δάχτυλα.
Το κεφάλι έχει συνήθως μεγάλη στοματική σχισμή και ρύγχος (κροκόδειλοι), φέρει τα μάτια, τα ρουθούνια και τα αφτιά που δεν έχουν εξωτερικά πτερύγια.
Το σώμα μπορεί να έχει μεγάλο μήκος (φίδια) ή να ξεχωρίζει από το κεφάλι, με λαιμό (χελώνες).
Η ουρά είναι συνέχεια του σώματος και είναι συνήθως μακριά και λεπτή.
Στις σαύρες παρατηρείται το φαινόμενο της αναγέννησης, δηλαδή όταν κοπεί η ουρά τους, μπορεί να ξαναβγεί.
Τα πόδια, όπου υπάρχουν, ξεκινούν από τα πλάγια του σώματος (δύο ή τέσσερα) και καταλήγουν σε πέντε συνήθως δάχτυλα με νύχια.
Στις υδρόβιες χελώνες τα άκρα έχουν μετατραπεί σε κολυμβητικά πτερύγια, ενώ σε άλλα υδρόβια είδη (κροκόδειλοι) υπάρχουν νηκτικές μεμβράνες ανάμεσα στα δάχτυλα.
Πολλά ερπετά αλλάζουν κατά διαστήματα το
σκληρό προστατευτικό περίβλημα του δέρματος τους από φολίδες ή κεράτινες πλάκες
(έκδυση) και δημιουργούν νέο.
Παρατηρείται επίσης το φαινόμενο της χρωματικής
προσαρμογής, ιδιαίτερα στο χαμαιλέοντα, που αλλάζει το χρώμα του δέρματός του
ανάλογα με τους χρωματισμούς του περιβάλλοντος όπου ζει.
Ο εσωτερικός σκελετός των ερπετών είναι
οστέινος και διακρίνεται στο σκελετό της κεφαλής, του κορμού και των άκρων
(όπου υπάρχουν).
Στα φίδια τα οστά της κεφαλής είναι χαλαρά συνδεδεμένα, ώστε να επιτρέπουν μεγάλο άνοιγμα της στοματικής κοιλότητας, επειδή καταπίνουν ολόκληρη την τροφή τους. Χαρακτηριστικός είναι επίσης ο μεγάλος αριθμός σπονδύλων της σπονδυλικής στήλης στα φίδια, τους κροκόδειλους και τους δεινόσαυρους.
Στα φίδια μπορεί να φτάσει τους 500 σπονδύλους.
Στα φίδια τα οστά της κεφαλής είναι χαλαρά συνδεδεμένα, ώστε να επιτρέπουν μεγάλο άνοιγμα της στοματικής κοιλότητας, επειδή καταπίνουν ολόκληρη την τροφή τους. Χαρακτηριστικός είναι επίσης ο μεγάλος αριθμός σπονδύλων της σπονδυλικής στήλης στα φίδια, τους κροκόδειλους και τους δεινόσαυρους.
Στα φίδια μπορεί να φτάσει τους 500 σπονδύλους.
Το πεπτικό σύστημα αρχίζει από το στόμα,
συνεχίζεται με το φάρυγγα, τον οισοφάγο, το στομάχι και το έντερο καταλήγοντας
σε ένα άνοιγμα, την αμάρα, που είναι κοινή έξοδος του πεπτικού και του
ουρογεννητικού συστήματος.
Η γλώσσα στα φίδια και τις σαύρες είναι
μακριά και μερικές φορές διχαλωτή στην άκρη και μπορεί να εκτοξεύεται και να
συλλαμβάνει έντομα.
Τα δόντια μπορεί να είναι όμοια μεταξύ τους και κωνικά ή ανόμοια.
Στα δηλητηριώδη φίδια ορισμένα δόντια είναι πολύ μυτερά και συνδέονται με δηλητηριώδεις αδένες.
Τα δόντια μπορεί να είναι όμοια μεταξύ τους και κωνικά ή ανόμοια.
Στα δηλητηριώδη φίδια ορισμένα δόντια είναι πολύ μυτερά και συνδέονται με δηλητηριώδεις αδένες.
Τα ερπετά αναπνέουν με πνεύμονες.
Σε ορισμένα ερπετά (φίδια) ο ένας
πνεύμονας έχει ατροφήσει ή λείπει εντελώς, ενώ σε ορισμένες σαύρες ο ένας
πνεύμονας είναι μεγαλύτερος. Σε άλλα (χαμαιλέοντας) υπάρχουν και αεροφόροι
σάκοι, που χρησιμεύουν ως αποθήκες αέρα.
Η καρδιά των ερπετών είναι τρίχωρη.
Αποτελείται από δύο κόλπους και μια κοιλία που χωρίζεται σε δύο μέρη με ένα ατελές διάφραγμα, έτσι ώστε το αρτηριακό αίμα αναμειγνύεται με το φλεβικό.
Μόνο οι κροκόδειλοι έχουν τετράχωρη καρδιά (δύο κόλποι και δύο κοιλίες).
Το αίμα των ερπετών κυκλοφορεί στην καρδιά, τις φλέβες και τις αρτηρίες και περιέχει ερυθρά και λευκά αιμοσφαίρια καθώς και θρομβοκύτταρα.
Αποτελείται από δύο κόλπους και μια κοιλία που χωρίζεται σε δύο μέρη με ένα ατελές διάφραγμα, έτσι ώστε το αρτηριακό αίμα αναμειγνύεται με το φλεβικό.
Μόνο οι κροκόδειλοι έχουν τετράχωρη καρδιά (δύο κόλποι και δύο κοιλίες).
Το αίμα των ερπετών κυκλοφορεί στην καρδιά, τις φλέβες και τις αρτηρίες και περιέχει ερυθρά και λευκά αιμοσφαίρια καθώς και θρομβοκύτταρα.
Τα ερπετά είναι ζώα γονοχωριστικά, δηλαδή
τα θηλυκά ξεχωρίζουν από τα αρσενικά άτομα. Κατά την περίοδο της αναπαραγωγής
τα αρσενικά προσπαθούν να προσελκύσουν τα θηλυκά με διάφορους τρόπους, φωνές,
κινήσεις, οσμές κ.ά.
Είναι ζώα ωοτόκα.
Εξαίρεση αποτελούν ορισμένα φίδια που είναι ωοζωοτόκα, δηλαδή τα αβγά εκκολάπτονται μέσα στο σώμα του θηλυκού και βγαίνουν κατά τη γέννηση ολοκληρωμένα φιδάκια.
Το θηλυκό αποθέτει τα αβγά στο έδαφος, όπου ανοίγει μια τρύπα και τα σκεπάζει.
Εκεί εκκολάπτονται με τη βοήθεια του ήλιου σε κατάλληλη θερμοκρασία.
Είναι ζώα ωοτόκα.
Εξαίρεση αποτελούν ορισμένα φίδια που είναι ωοζωοτόκα, δηλαδή τα αβγά εκκολάπτονται μέσα στο σώμα του θηλυκού και βγαίνουν κατά τη γέννηση ολοκληρωμένα φιδάκια.
Το θηλυκό αποθέτει τα αβγά στο έδαφος, όπου ανοίγει μια τρύπα και τα σκεπάζει.
Εκεί εκκολάπτονται με τη βοήθεια του ήλιου σε κατάλληλη θερμοκρασία.
Τα ερπετά αφθονούν στις τροπικές και στις
εύκρατες περιοχές, ενώ σπανίζουν στις πολικές, αλλά και σε μεγάλα υψόμετρα,
επειδή ως ποικιλόθερμα δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το ψύχος.
Στις εύκρατες περιοχές το χειμώνα πέφτουν σε νάρκη.
Η τροφή τους ποικίλλει ανάλογα με το είδος.
Υπάρχουν ερπετά σαρκοφάγα, φυτοφάγα και παμφάγα.
Στις εύκρατες περιοχές το χειμώνα πέφτουν σε νάρκη.
Η τροφή τους ποικίλλει ανάλογα με το είδος.
Υπάρχουν ερπετά σαρκοφάγα, φυτοφάγα και παμφάγα.
Επιμέλεια Άρθρου & Φωτογραφίας : Γεώργιος Λυμπερόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου